Α. Γ. Καλλής: «Τα καρφιά»
Μικροί
καθώς ήμασταν … / τέτοιες μέρες θαρρώ
… / στα μέσα μιας ιερής κι απρόσιτης
τελετουργίας /
κάποιοι
μας έλεγαν … / πως τάχα «γύφτοι» τα
φτιάξαν τα καρφιά του Θεανθρώπου.
Πέρασαν
χρόνια … / και καθώς το πλοίο της ζωής
τού
καθ’
ενός μας / ξεμάκραινε από το «αλάθητο»
κι ανέμελο
της
νιότης μας λιμάνι / κάποια στιγμή
απρόσμενα / η αλήθεια μάς
εχτύπησε
την πόρτα / και καταλάβαμε … / έστω κι
αργά /
πως
τα καρφιά αυτά / που κάρφωσαν με μιας /
ελπίδα / αγάπη / κι αθωότης ...
τα
‘χαμε φτιάξει όλοι μαζί /
ένα
προς ένα … / περίτεχνα / σχολαστικά και
άπρεπα.
Κι
ακόμη /
ακόμη
και τώρα / συνεχίζουμε την «τέχνη» μας
να ασκούμε ως «παράδοση» /
φτιάχνοντας
της αδικίας το περίγραμμα /
Κι
όλο και περισσότερα / κι όλο και μεγαλύτερα
/
χρυσά
/ ασημένια / ψεύτικα κι αληθινά καρφιά
/ όμοια μ’ εκείνα της αρχής / αντίγραφα
πιστά /
που
λήστεψαν τον χρόνο της ζωής τού φωτοδότη.
Ακόμη
και τώρα
τα
μπήγουμε με ηδονή
στο
σώμα κάθε αθώου
κάθε κατατρεγμένου
κάθε
αδικημένου
κάθε
απόκληρου
κάθε
Χριστού
μ’
αλαλαγμούς αγρίων / συνοδεύοντας την
νεκρική πομπή.
ΕΜΕΙΣ
… / οι αναμάρτητοι / οι αξιοπρεπείς /
επιφανείς και αμόλυντοι … /
οι
κατ’ εξακολούθησην νηστεύοντες από
τροφές «ανθρωποφάγοι» /.
Όλοι
μαζί φτιάξαμε τα καρφιά /
ένα
προς ένα … / περίτεχνα / σχολαστικά και
άπρεπα.
Όλοι
μαζί … / θύματα κατά φαντασίαν / θύτες
κατ’ εξακολούθησην και κατ’ εξαίρεσην
/
πιστοί
στην απιστία μας / άφρονες / και δούλοι
«αξιών»
που
αποζητούν το αίμα / για να ριζώσουν στις
καρδιές
των
κατ’ επάγγελμα αλάθητων κριτών της
οικουμένης.
Όλοι
μαζί φτιάξαμε τα καρφιά /
ένα
προς ένα … / περίτεχνα / σχολαστικά και
άπρεπα.
Πάψε
λοιπόν να χύνεις δάκρυα κι απόψε /
Δεν
βλέπεις που περιφέρεται ρακένδυτος /
ζητώντας μια βοήθεια;
Σ’
αυτήν την ιστορία / να μην αυταπατάσαι
… /
Γιατί
είσαι εσύ εκείνος που ‘φτιαξε ετούτα
τα καρφιά /
κι
όχι αυτοί που υπονοείς … αιώνες τώρα.
Πάψε
λοιπόν να χύνεις δάκρυα κι απόψε /
γιατί
με την δική σου προσταγή / μέσα στην
νύχτα … /
γίνηκαν
τούτα τα καρφιά οδυνηρή αλήθεια /
δικό
σου «φυλαχτό» / «τάμα» / παραγγελιά για
να χορέψεις
με
τα πάθη σου στης κόλασης την άκρη / φωνή
βωόντος εν τη ερήμω /
στο
Όρος των Ελαιών / στο Γολγοθά μιας άνισης
παρτίδας /
που
‘γινε άθελα πατρίδα σου για πάντα ... /
μέχρι κι εσύ … /
μέχρι
κι εσύ ν’ αναφωνήσεις το τετέλεσθαι /
κι
από ψηλά το χρέος σου να κάνεις /
ως
ένας άγνωστος Ιούδας / τον δρόμο τούτον
άλλωστε μονάχος είχες μάθει /
στο
διάβα μιας ψεύτικης ζωής πού επέλεξες
/
σαν
άλλοθι στην τελευταία σου πράξη.
Αριστοτέλης
Γ. Καλλής
Επ.
Πρ. Εμπορικού Συλλόγου Νεμέας
Πτ.
Πολιτ. Τμήματος Νομικής Σχολής Αθηνών
Nemeahistory.bloqspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια